Κι όταν επιλέγω τη μοναξιά από μια ψεύτικη, ανόητη, φαύλα συνύπαρξη, όταν επιλέγω τη σιωπή από την άσκοπη φλυαρία, την υποκρισία κι όταν επιλέγω την ησυχία από μια χαοτική, άγονη παρουσία..... είσαι εκεί! Σαν τα γλυκά σου μάτια άλλα δεν έχει... να μ' ακολουθούν, σαν το ζεστό σου χέρι άλλο δεν είναι.... να μ' αγγίζει! Πάντα κοντά μου, πλάι μου εσύ, απουσία μου αγαπημένη!
σήμερα, τούτη η βροχή. Μας τραγούδησε με λόγια μελαγχολικά, πονετική και λυπημένη, λυτρωτική. Ήρθε να μας χαϊδέψει με την αγάπη της, να ζωντανέψει το μέσα μας, ήρθε να μας δώσει, ήρθε να μας πάρει. Μας έπιασε απ' το χέρι, στη δροσερή της διαφάνεια να μοιραστούμε ανάσες ζωής, χορός με τις σταγόνες της τα ολοζώντανα χρώματα. Το μουντό τοπίο της μοναξιάς έγινε μεμιάς καμβάς με χρώματα ευαίσθητα, συναισθήματα, με επεκτάσεις και προοπτικές, ντυμένα την επαναστατική διάθεση της φύσης απέναντι στους ψεύτες και τους κλέφτες, τους ανάξιους, στα ζιζάνια τα πνιγηρά. Όλα είναι εδώ, τίποτα δεν χάθηκε, οι ελπίδες, πόθοι σεβαστοί, τα όνειρα για τη ζωή! Λόγια αισθαντικά, ζεστά, απλά, καθάρια, αυθεντικά! Ακούστε τα εσείς οι δόλιοι, αρνητές της ζωής! Υπάρχει και η θεία δίκη!
Η μέρα εκείνη σκοτεινή και μια βροχή ψιχαλιστή, έβρεχε συναισθήματα θυμάμαι! Διάβαζα εκείνα τα γραπτά κι έλεγα: Ναι, όλα όσα γράφεις τα αγαπώ, όνειρα, εικόνες, σκέψεις, λέξεις, σε όλα σου τα αγαπημένα κι ακαταμάχητα ωραία, Ναι! Εκεί, στον κήπο των ευχών τριαντάφυλλα ευωδιαστά, ρόδινα αγγίγματα ψυχής, άστρα κι αγγελικοί ψαλμοί, γονάτισα χωρίς ντροπή!
Δεν μέτραγα τα Ναι, μόνο έκλαιγα, δίχως να ξέρω το γιατί, τα δάκρυα μου έβλεπε η βροχή και με περιγελούσε έξω από το τζάμι και η μελαγχολία από κοντά σιγόντο στο ρυθμό της να κρατάει. Όπως τα χέρια μου έτρεμε η ψυχή, σπουργίτι ανέστιο ζητούσε θαλπωρή, σε μια άκρη των ματιών σου να κουρνιάσει, σε μια ζεστή γωνιά σου να κρυφτεί, να σ' αγκαλιάσει της καρδιάς μου ποιητή!
Ξάφνου σα να ένιωσα πως πρέπει να ξυπνήσω, και πριν το όνειρο χαθεί τα έσβησα ένα, ένα απ' το χαρτί, όλα τα Ναι. Μα απ' την καρδιά μου αδύνατον, δεν άφηνε ούτε ένα να σβηστεί, λες και τα έγραψε ανεξίτηλο μελάνι, τα κράτησε παντοτινά εκεί, να λέει Ναι και πάλι Ναι, σε όλα σου που αγάπησε πολύ, τα ίδια ανιδιοτελή κι αθώα Ναι!
Μπουμπούκια έμειναν για πάντα τόσα λόγια, η άνοιξη απ' τα πέλαγα δεν έλεγε να 'ρθει, σταμάτησε ο χρόνος όταν έφυγες για πάντα κι όλο ρωτούσαν πότε θα φανείς, μπρος σου ν' ανθίσουν να τα πάρεις....χαρισμένα! Πέτρωσαν να σε καρτερούν τα ανείπωτα τα λόγια μου για σένα, περίμεναν καρτερικά.... στο Βόσπορο, σ' ένα λιμάνι, στο σταθμό, της ξενιτιάς τραγούδια γίναν λυπημένα, μαρμαρωμένα σαν του Χαλεπά την Κοιμωμένη, μια κόρη τόσο όμορφη μα από έρωτα θλιμμένη!
Απόγευμα κι ο ήλιος κόκκινος, βάφει τους τοίχους πορφυρούς και τον κοιτάς και απορείς... Τόσο ωραίος πως προβάλει μέσα από σύννεφα μελανά! Ματώνει η γη κι ο ουρανός! Έφτασε γκρίζα η καπνιά, η μυρωδιά της συμφοράς, των καμένων δασών. Οι ψυχές των δέντρων ανεμοσκορπισμένες, τόσο θανατικό, δίχως έλεος και δίχως τελειωμό, σπαρακτικές ακούγονται άσβεστες οι κραυγές τους! Εξαφανίζουν την αθωότητα, σκοτώνουν την ανάσα μας, της φύσης χάνεται η χαρά η ομορφιά της καίγεται κι ω! ναι, σου καίνε την καρδιά! Για άλλη μια φορά σκοτώνουνε τη μάνα γη, μαυρίζουνε τα σωθικά, οι φλόγες ζώνουν την ψυχή. Πόνος, θυμός και θλίψη! Ποιος νίβει τας χείρας του κι ύστερα ήσυχος κοιμάται τον ύπνο του δικαίου; πείτε μου ποιος! Ω! τι κόσμος μπαμπά, τι θα απομείνει στα παιδιά! Ζητείται ελπίς, πραγματικά!
Kαι φεύγουν οι άνθρωποι, κάθε στιγμή φεύγουν, όλο φεύγουν.... κι όσα κάποτε αγάπησαν με μια ματιά στερνή νοσταλγικά αποχαιρετούν κι αν έγιναν σοφοί αφήνουν πίσω τα πικρά και συγχωρούν. Και μένει πίσω τους μια αίσθηση μοναδική, γλυκιά ή πικρή! Πως να τη σβήσεις να ξεχάσεις μια ψυχή που ευγενικά σου χάρισε ένα αγριολούλουδο, μοιράστηκε μαζί σου μια φέτα απ' το ζεστό, το ζυμωτό της το ψωμί! Ένα χαμόγελο κατευόδιο κι άνθη καρδιάς μια αγκαλιά στον ύστατο χαιρετισμό. Όλα είναι δρόμος... και φεύγουν οι άνθρωποι όλο φεύγουν..... κι όλο μικραίνει ο κόσμος για όσους μένουν!
σας απαγορεύουμε τα δικαιώματα σας, σας τα επιτρέπουμε,
σας γκρεμίζουμε τη ζωή, δίχως παιδιά, δίχως γονείς,
δίχως σπίτι, νερό, τροφή, δίχως πατρίδα,
τι κι αν ο ήλιος ανατέλλει για όλους, για κάθε έμβιο ον!
εμείς σας κλέβουμε τη μερίδα, πνιγείτε στα πέλαγα, ταφείτε σαν τα αδέσποτα,
χειρότερα κι από τα ζώα της ζούγκλας που τιμούν τους νεκρούς τους,
χωρίς ιερά και όσια.
Εγκλήματα που ξεπερνούν τη φαντασία και θάνατοι, πολλοί θάνατοι! Και έγινε η απώλεια συνήθεια μας!** Ανεξέλεγκτη βία, ατιμωρησία, τρομοκρατία, εκφοβισμοί, εξαναγκασμοί,
βακτήρια, ιοί, ειδήμονες και ειδικοί, κλιματική αλλαγή, δηλητήρια,
πυρηνικά, αέρια, καταστολή και Σιωπή, πολλή Σιωπή!
Αυτή είναι η πρόοδος, η εξέλιξη, η ελεύθερη πατρίδα που ονειρεύτηκαν,
αγωνίστηκαν και γι' αυτήν θυσίασαν τη ζωή τους οι ήρωες πρόγονοι μας;
αυτό είναι το καλύτερο αύριο, το λαμπρό μέλλον
που επιθυμούμε εμείς για τα παιδιά μας; Όχι βέβαια! Ο άνθρωπος δεν γεννήθηκε να ζει στις πόλεις,
με το άγχος της καθημερινότητας για την επιβίωση, στο τρέξιμο συνεχώς
να χάνεται ανάμεσα στα κτίρια, τα αυτοκίνητα, μέσα στο πολύβουο πλήθος.
Μακριά από τη φύση που είναι μέρος της και την έχει τόσο ανάγκη,
τους ήχους της, τη γαλήνη, την ηρεμία της, χάνει την επαφή του
με τον ίδιο του τον εαυτό, με τον Δημιουργό του,
χάνει την επαφή με τη μάνα γη που τον περιμένει να του δοθεί
να τον φορτίσει με ζωντάνια, ενέργεια, χαρά, να αισθανθεί πληρότητα,
να νιώσει ευλογημένος! Ας αναλογιστεί ο καθένας τις ευθύνες του***
και ας κάνει ότι περνάει από το χέρι του, ότι καλύτερο,
ας βάλει ένα λιθαράκι όπου μπορεί,
όπου του δίνεται η ευκαιρία και του αναλογεί,
για να χαίρονται κάποτε τα παιδιά μας τον αέρα που θα αναπνέουν,
τον ζωοδότη ήλιο και το φως του Θεού, την ομορφιά της Άνοιξης,
την αναγέννηση της φύσης, την Ανάσταση με ανάταση ψυχής!
Voula Kapiri
3/4/2024
*Σ' έναν κόσμο που γκρεμίζεται
Σταμάτης Σπανουδάκης
**Έγινε η απώλεια συνήθειά μας
Συνηθίσαμε, συνηθίσαμε πολλά πράγματα συνηθίσαμε και τις άγριες εικόνες δίπλα μας, γύρω μας, πίσω μας, πλάι μας. Συνηθίσαμε τον θάνατο, συνηθίσαμε την εικόνα του... Τι είμαστε; τι γίναμε; Μη γίνουμε! Μην είμαστε! Μη γίνουμε Μην προφτάσουμε Μην προλάβουμε να γίνουμε Μη συνηθίσουμε Μη συνηθίσουμε.... " Θάνος Ανεστόπουλος
***"Ν' αγαπάς την ευθύνη.
Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης.