Παρασκευή 31 Ιουλίου 2020

ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ γράφει ο Χριστόφορος Τριάντης


"Ήμουν χαμένος, και τώρα είμαι, αλλά τώρα είναι επιλογή μου, 
πρώτα για να μη σε πληγώσω (δεν θα το ‘κανα ποτέ ) και μετά να μη σε πληγώσω περισσότερο, θα είμαι ένα μόνιμο βάρος στην αθώα ψυχή σου. 
Μόνο θύμησες και όμορφες εικόνες έχω στον νου και στην καρδιά μου. 
Κάποιες φορές ένας χρόνος αξίζει περισσότερο από χίλιες ζωές. 

Καθόμουν στην πλατεία, σ’ εκείνο το άθλιο τραπέζι, όταν φάνηκες. 
Ήξερα καλά ότι ήμουν ένα γελοίος, ένα τίποτα. Ντρεπόμουν θανάσιμα να σε κοιτάξω στα μάτια. Πραγματικά έτρεμα μόλις σε είδα να ‘ρχεσαι προς το μέρος μου. Έγινα περισσότερο γελοίος ( δεν χρειαζόταν να μου το δείξουν οι άλλοι, όπως έκαναν πάντα), το καταλάβαινα. Κατάφερα να νικήσω εκείνη τη στιγμή αμηχανίας και να σε αντικρίσω. Δεν φαντάστηκα ούτε μια φορά, ότι θα με κοίταζες, ότι τα βλέμματά μας θα ενωθούν, να όμως που έγινε. Δεν ήταν ανάγκη να υπάρξει οτιδήποτε άλλο πια στον φτωχό, μίζερο κόσμο μου. Απέκτησα πίστη, εγώ που πάντα ήμουν ένας άπιστος, ένας γελωτοποιός. Πίστεψα και πιστεύω σ’ εσένα, κλαίγοντας. 
Ναι, δεν άξιζα αυτήν την ευτυχία. Ένα βλέμμα και η ζωή άλλαξε. Έγινα ό,τι ήθελες : ποιητής, πολεμιστής, ταξιδευτής, ανέβηκα στα βουνά, βούτηξα στις θάλασσες ( κυριολεκτικά και μεταφορικά ). Και ήρθες για καλά στη ζωή μου, κι αλλάξαν οι ουρανοί χρώματα, αστέρια κι οι άκρες τους γέμισαν πορφύρα και τριαντάφυλλα. 
Εσύ, εσύ, η μοναδική, περήφανη γυναίκα σε όλον τον κόσμο, ν’ αγαπήσεις εμένα, ούτε θείο δώρο ήταν, ούτε ευλογία, ένα θανατερό επεισόδιο ήταν που λάτρεψα και λατρεύω. Όσο πόνο είχες , τόση χαρά μόχθησα να σου δώσω και στην έδωσα. Και τώρα που θα χαθώ, εσύ θα είσαι η τελευταία σκέψη και εικόνα. Εσύ με σήκωσες ψηλά. Έπαψα να ‘μαι ένας γελοίος, ένα θλιβερός μαζωχτής εμπειριών και κατακτήσεων. 
Την ψυχή σου την κράτησα στα χέρια μου μαζί με το κορμί σου, σαν θυσία στον χρόνο και στον θάνατο. 
Σου ‘δωσα τη δύναμη και την αδυναμία μου, γιατί ήσουν περισσότερο από μια αγάπη, ήσουν μια αγία, αγαπημένη μου. Το φως σου, ξέκανε τα σκοτάδια μου. 
Ήθελα να ‘ναι έτσι η ζωή μας για πάντα, αλλά είναι αδύνατον, αδύνατον και το ξέρεις. 

Κι αν σου ‘γραψα αυτό το γράμμα, το ‘κανα γιατί οι λέξεις μου είναι η μυστική απόδειξη τι ήσουν για μένα. Αυτή τη μοναδική στιγμή που σε είδα και σ’ αγάπησα, αυτή τη στιγμή θα ‘χω συντροφιά για τον χρόνο που μου απέμεινε, και δεν θα είναι πολύς (το ξέρω κι ευτυχώς). Άλλαξα απ’ την αγάπη σου και εκεί σταμάτησε η ζωή μου. Θυμάμαι πως πήγαινα κι έκλαιγα στον τάφο της μητέρας μου, κι όλοι απορούσαν που με έβλεπαν να κλαίω, αλλά κανείς δεν γνώριζε ότι έκλαιγα από χαρά, δεν με ένοιαζε να δώσω εξηγήσεις κι απολογίες. Αυτά τα δάκρυα δεν ήταν εγωιστικά, αλλά αγαπητικά κι αφιερωμένα, έξω από τον κόσμο, έξω από την κακία και το ψέμα. 
Θυσιαστική εξομολόγηση. 

Μ’ έκαιγε ο ήλιος και τον κοιτούσα κατάματα. Δεν με στενοχωρούσε απολύτως τίποτα. Αγαπούσα τους ανθρώπους, δίπλα μου, κοντά και μακριά μου. Προσευχόμουν στον Χριστό με τη μορφή σου στην καρδιά. Ω, ας με περιγελούσαν όλοι, τους αγαπούσα και τους αγαπώ. 
Μια μέρα ανέβηκα στο βουνό, πάνω από την πόλη. Ω, αγάπη μου οι πέτρες μπροστά μου, στα πόδια μου, ήταν όλες σαν καρδιές. Ούτε στον ουρανό δεν με άφησε η αγάπη σου, ούτε στα ύψη, ούτε στα βάθη. Ατίμητο δώρο της φύσης και του Θεού (για μας). Και οι συνοδοιπόροι μου, γελούσαν που έπιανα τις πέτρες και τις φιλούσα τρυφερά, με λέγανε τρελό. Πόσο μου άρεσε να με λένε τρελό, είχα την τρέλα της αγάπης, αυτής που συγχωράει και αγκαλιάζει τον κόσμο. Δεν ήξεραν τι είναι η αγάπη, ούτε και θα μάθουν (ποτέ τους). Έζησα για λίγο την ομορφιά, αλλά με χόρτασε, φτάνει και περισσεύει για το τέλος μου. Αξίζει μια ολόκληρη ζωή, αυτό το λίγο. Αυτό είναι κάτι που μετράει. 

Θα φύγω και θα γράφω, συνέχεια. Να ξέρεις ότι όλα όσα έγραψα, όλα όσα θα γράψω κι όσα δεν θα γράψω και θα στοχαστώ, θα είναι για ‘σένα. Μου άρεσαν οι ήσυχες νύχτες μας, όλα ήταν όμορφα, αθώα. Θεέ μου, σαν γνωρίζεις την αγάπη, τι άλλο μένει; Δεν χρειάζεται καμιά απάντηση, καμιά πραγματικά. 

Τα καλοκαίρια, όταν ήμουν παιδί, κρυβόμουν στις αγράμπελες, μα και εκεί, μέσα στα αρώματα, ήσουν εσύ (αιώνες), στις στράτες εσύ, στις εποχές εσύ, στα βιβλία εσύ, στα δειλινά και στις βαρυχειμωνιές εσύ. Μια ευλογημένη γυναίκα στον δρόμο …και στο τέλος μου. 

Σε φιλώ Χ.»

9 ΜΑΡΤΙΟΥ, 2020 

Την ιστορία από την αρχή της ως και Το Γράμμα που ξεχώρισα, 
όπως ακριβώς την έγραψε ο Χριστόφορος Τριάντης και τη δημοσίευσε στο APODYOPTES, μπορείτε να διαβάσετε στον σύνδεσμο που παραθέτω πιο κάτω: 
https://apodyoptes.com/2020/03/09/to-gramma/ …

    painting by Lauri Blank
        
Εωθινά χρώματα σου φόρεσα, 
σε στόλισα με των πουλιών το πρώτο κελάηδημα,
έσφιξα τρεις ευχές στη χούφτα σου
κι έγινες Αγάπη, Μοίρα, Έμπνευση

ΓΑΛΑΖΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ


Μοιάζει με μακρινή ανάμνηση πια, άλλαξε τόσο η μορφή επικοινωνίας, 
έτσι όπως άλλαξαν οι εποχές και οι ρυθμοί, 
ποιος κάθεται να γράψει τώρα γράμμα, 
που χρόνος να περιμένει απάντηση όταν τα e-mail και sms στα κινητά
δίνουν και παίρνουν αστραπιαία, όλα στο τρέξιμο, εδώ και τώρα! 
Κι όμως η αλληλογραφία είχε άλλη χάρη, όποιος δεν το έζησε, δεν ξέρει! 
Θυμάμαι ακόμα τη συγκίνηση που ένιωθα στα γράμματα που έγραφα εγώ 
και έστελνα τη σκέψη μου, πουλί να ταξιδέψει μαζί και την αγάπη μου, 
τον έρωτα μου, με ένα λουλούδι ή το άρωμα μου,
πως διάλεγα για το κάθε γράμμα ανάλογα με τον παραλήπτη, το χαρτί, 
την ποιότητα, το χρώμα, ριζόχαρτο και γαλάζιο σε διάφορους τόνους 
ήταν από τα αγαπημένα μου. 
Μα πόσο μεγαλύτερη η συγκίνηση στα γράμματα που έπαιρνα, 
που ήμουν ο παραλήπτης. 
Κάποια πόσο τα λαχταρούσα, πως τα περίμενα κι όταν ο ταχυδρόμος τα έφερνε, πως χτύπαγε η καρδιά μου, πόση ήταν η χαρά μου! 
Η κάθε επιστολή στα χέρια μου ιερή όπως το πνεύμα, ζεστή όπως τα χέρια, 
την καρδιά, ιδιαίτερη σαν την αύρα του αποστολέα που ένιωθα στο χαρτί, 
στα γράμματα, στο χαρακτήρα τους. 
Κάποτε ακουμπούσα το γράμμα στα χείλη μου, πάνω στην καρδιά μου, 
το διάβαζα ξανά και ξανά, άκουγα τη φωνή, τη σκέψη, το καρδιοχτύπι, 
σαν να είχα πάρει ένα σπουδαίο δώρο, στα χέρια μου κάτι μαγικό, 
μοναδική επαφή, αξέχαστη εμπειρία, τόσο νοσταλγική! 
Άλλο το τηλεφώνημα που κράταγε τόσο λίγο κι άλλο το γράμμα 
που μπορούσες να κρατήσεις στα χέρια σου και να το διαβάσεις 
όσες φορές ήθελες, όσο να το χορτάσεις, να το φυλάξεις και για πάντα. 
Ακόμα και τώρα, μια κάρτα ή ένα γράμμα έχουν ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Έτσι τα έχω κρατήσει όλα όσα μου έστειλαν, σαν κειμήλιο, 
όπως και τις χειρόγραφες σημειώσεις και αφιερώσεις, τα ημερολόγια μου. 
Κάποτε τα ξαναδιαβάζω και γυρίζω πίσω στο χρόνο, μνήμες, λέξεις, 
σκέψεις, χρώματα, συναισθήματα ίδια με φωτογραφίες από πρόσωπα, στιγμές, εποχές, σταθμούς, που άφησαν το αποτύπωμα τους 
στην ψυχή και στη ζωή μου!
                                        ~ ~ V.K. ~ ~
                                      Voula Kapiri 
                                          27/7/2020 
                    

Δευτέρα 6 Ιουλίου 2020

ΠΡΩΤΟ ΦΙΛΙ

Αγιόκλημα ρίζωσε βαθιά,
το ιερό πρώτο φιλί
πάντα ευωδιάζει έρωτα
βασιλική μου αγάπη!
Μάρτης ήταν που στέγασε
της Άνοιξης τα χελιδόνια,
εννιά αστέρια, εννιά φιλιά,
ζεστή φωλιά στην παγωνιά.
Χαράς λουλούδια άνθισαν
πάνω στης πίκρας τα κλαδιά,
τα λόγια τα ζωγραφιστά
μελίρρυτα, ποιητικά
άγγιγμα θείο στην καρδιά!
Χαμήλωσε ο ουρανός
κι έλαμψαν άστρα μυθικά,
έσβησε ο κόσμος στη στιγμή!
Γύρω αγγελούδια ολόλευκα,
η πλάση έψαλλε ωσαννά
στο ιερό πρώτο φιλί!

~ ~ V.K. ~ ~
Voula Kapiri
   6/7/20
                                                        
                       artist William Adolph Bouguereau
                   
                                                       

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2020

ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΣΤΟ ΦΩΣ


Αχ! και να έφευγα μακριά απ' όλα μοναξιά μου!
Σε ένα καλύβι ήσυχο, ξάγναντο στο Αιγαίο, 
απάνω σ' ακροθαλασσιά, σε βράχο στεριωμένο.
Να 'χει σκεπή τον ουρανό, τον ήλιο φίλο κι αδερφό, 
να λάμπει στον θαλασσαφρό, λευκό ασβεστωμένο.
Γαλάζιο ατλάζι όνειρο, απ' τα θεριά κρυμμένο!
Να 'ρχεται η μέρα του θεού με ρόδινη Ανατολή,              
το δειλινό μενεξελί να σβήνει μες στη Δύση,
φτερά ν' ανοίγει η ψυχή, τα σύννεφα να σκίζει.
Με γλάρο στο τιμόνι της, κύμα το κύμα και κουπί
στο άφταστο του ορίζοντα η σκέψη ν' αρμενίζει!
Άστρα να στάζει η νύχτα, γιασεμιά
και το φεγγάρι ν' αλωνίζει, 
απ' του πελάγου τα βαθιά στα βότσαλα, 
στα κρίταμα, στης αμμουδιάς τα κρίνα.
Απ' τ' ανοιχτό παράθυρο να μπάζει το αγιάζι,
η αύρα η θαλασσινή και τ' άστρο το πιο λυρικό
με μια ανθοδέσμη νότες απ' το Nocturno του Chopen,
αγαπημένο, ονειρικό εκεί να σ' ανταμώνει.
Στο μαξιλάρι πλάι να γλιστρά η λαμπερή κορμοστασιά,
το ασήμι τις αισθήσεις να μυρώνει,
να ζεις ρομαντικές βραδιές με μια αθωότητα αγκαλιά,
γαλήνη κι αναστάτωση που να σε ξεσηκώνει.
Να σε κερνάει μεθυστικές, του έρωτα του τις στιγμές,
λόγια της πλώρης για άλογα, μικρές νεράιδες, πειρατές
να σιγοψιθυρίζει, χάδι, παιχνίδι και φιλί, 
να αφήνεσαι, να χάνεσαι παιδί στο παραμύθι
ως να σ' αποκοιμίζει η συναυλία του βυθού!
Αχ να ξημέρωνα εκεί, σ' ένα λιτό καλύβι πλάι στο κύμα,
έτσι απλά σαν αλμυρίκι σε μιαν άκρη του γιαλού,
ή φαγωμένος βράχος από την αλμύρα,
σαν θαλασσόδαρτο σκαρί είμαι έτσι κι αλλιώς, 
ξέρεις εσύ, καλή μου μοίρα!
Να ξαποστάσει η καρδιά μου απ' της ψευτιάς το γκρίζο,
στου ήλιου το χρυσάφι, στο αληθινό του "σ' αγαπώ",
στο μπλε μυστήριο, όλο νάζι, της θάλασσας το ερωτικό
και στο καθάριο τ' ουρανού γλαυκό!
Να 'χει η ψυχή παράθυρο στο φως να αλαργεύει,
στον γαλανό παράδεισο, νησί να δραπετεύει!

Όνειρα θερινής νυκτός σωπάστε πια,
μερέψτε σεις κρυφοί καημοί και ευσεβείς μου πόθοι!
Έξω βροχή και παγωνιά.... το καλοκαίρι ακόμα αργεί!
                    ~ ~ V. K. ~ ~
                 Voula Kapiri
                    1/6/2020

 Και να που κάποιος, κάποτε, 
ο αγαπημένος μου ποιητής, έστησε το όνειρο μου!
"Σου στήνω μια καλύβα" ποίηση Νικηφόρος Βρεττάκος